τριβωνάριον: Difference between revisions

41
(6_3)
(41)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρῐβωνάριον''': [ᾰ], τό, ὑποκορ. τοῦ [[τρίβων]], μικρὸς [[τρίβων]], σπαργανῶν ἑαυτὸν τοῖς τριβωναρίοις Ἀθήν. 258Α· γῆ μόνον καὶ οὑρανός, καὶ ἓν [[τριβωνάριον]] Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 22. 47.
|lstext='''τρῐβωνάριον''': [ᾰ], τό, ὑποκορ. τοῦ [[τρίβων]], μικρὸς [[τρίβων]], σπαργανῶν ἑαυτὸν τοῖς τριβωναρίοις Ἀθήν. 258Α· γῆ μόνον καὶ οὑρανός, καὶ ἓν [[τριβωνάριον]] Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 22. 47.
}}
{{grml
|mltxt=τὸ, Α<br />[[μικρός]] [[τρίβων]], [[τριβώνιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τρίβων]] «[[είδος]] ενδύματος» <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>άριον</i> (<b>πρβλ.</b> [[βιβλιάριον]])].
}}
}}