σχίσμα: Difference between revisions

1,541 bytes added ,  29 September 2017
40
(T22)
(40)
Line 24: Line 24:
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=σχισματος, τό ([[σχίζω]]), a [[cleft]], [[rent]];<br /><b class="num">a.</b> [[properly]], a [[rent]]: [[Aristotle]], Theophrastus).<br /><b class="num">b.</b> [[metaphorically]], a [[division]], [[dissension]]: Clement of [[Rome]], 1 Corinthians 2,6 [ET], etc.; ' Teaching' 4,3 [ET]; etc.)). (Cf. references [[under]] the [[word]] [[αἵρεσις]], 5.)  
|txtha=σχισματος, τό ([[σχίζω]]), a [[cleft]], [[rent]];<br /><b class="num">a.</b> [[properly]], a [[rent]]: [[Aristotle]], Theophrastus).<br /><b class="num">b.</b> [[metaphorically]], a [[division]], [[dissension]]: Clement of [[Rome]], 1 Corinthians 2,6 [ET], etc.; ' Teaching' 4,3 [ET]; etc.)). (Cf. references [[under]] the [[word]] [[αἵρεσις]], 5.)  
}}
{{grml
|mltxt=το, ΝΜΑ [[σχίζω]]<br /><b>1.</b> το [[αποτέλεσμα]] του [[σχίζω]], οπή<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[διάσταση]] απόψεων, [[διχογνωμία]], [[διάσπαση]]<br /><b>3.</b> <b>εκκλ.</b> ο [[χωρισμός]] μιας ομάδας πιστών από την [[ενότητα]] του εκκλησιαστικού σώματος για λόγους άσχετους [[προς]] το [[περιεχόμενο]] της ορθής πίστεως, [[δηλαδή]] για λόγους κανονικής τάξεως ή φιλοδοξίας<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ανατ.</b> [[ονομασία]] διαφόρων σχισμοειδών τμημάτων<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br /><b>φρ.</b> «[[σχίσμα]] εκκλησιών»<br />(εκκλ. ιστ.) η [[ρήξη]] στους κόλπους της χριστιανικής Εκκλησίας και η διάσπασή της, σε Ανατολική και Δυτική, η οποία άρχισε τον 9ο και ολοκληρώθηκε τον 11ο αιώνα<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> η [[διαίρεση]] τών χηλών διαφόρων ζώων, όπως λ.χ. της καμήλας<br /><b>2.</b> το [[αυλάκι]] που ανοίγει το [[αλέτρι]], [[αυλακιά]]<br /><b>3.</b> <b>ιατρ.</b> η [[μήτρα]]<br /><b>4.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> [[ονομασία]] χορευτικού σχήματος.
}}
}}