3,243,834
edits
(6_11) |
(46) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χειραφεσία''': ἡ, τὸ χειραφετεῖν, Γλωσσ. | |lstext='''χειραφεσία''': ἡ, τὸ χειραφετεῖν, Γλωσσ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, ΝΜΑ [[χειράφετος]]<br />[[χειραφέτηση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(νομ.)</b> ειδική νομική [[πράξη]] με την οποία οι ανήλικοι αποκτούν [[διεύρυνση]] τών νόμιμων ορίων της δικαιοπρακτικής ικανότητάς τους. | |||
}} | }} |