3,252,132
edits
(Autenrieth) |
(41) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth | ||
|auten=Tithōnus, a [[son]] of [[Laomedon]], carried [[off]] by the [[goddess]] Eos, to be her [[spouse]], Il. 20.237, Il. 11.1, Od. 5.1. | |auten=Tithōnus, a [[son]] of [[Laomedon]], carried [[off]] by the [[goddess]] Eos, to be her [[spouse]], Il. 20.237, Il. 11.1, Od. 5.1. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο, ΝΑ<br /><b>μυθ.</b> [[γιος]] του Λαομέδοντος και της Στρυμούς και [[αδελφός]] του Πριάμου, [[άνδρας]] έξοχης ομορφιάς, τον οποίο απήγαγε η Ηώς λόγω του σφοδρού έρωτα που ένιωθε γι' αυτόν και από τον οποίο απέκτησε δύο γιους, τον Ημαθίωνα και τον Μέμνονα ή, κατ' [[άλλη]] [[παράδοση]], [[γιος]] της Ηούς και του Κεφάλου και [[πατέρας]] του Φαέθοντος<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> [[γέρος]] [[αδύνατος]] και εξασθενημένος, [[επειδή]] ο [[Τιθωνός]] έφτασε σε [[μεγάλη]] [[ηλικία]] [[μετά]] από [[παράκληση]] της Ηούς, δεν διατήρησε όμως και την έξοχη [[ομορφιά]] του [[καθώς]] η σύζυγός του παρέλειψε να ζητήσει από τους θεούς, [[μαζί]] με την [[αθανασία]], και την αιώνια [[νεότητα]]<br /><b>2.</b> <b>παροιμ. φρ.</b> «[[ὑπὲρ]] τὸν Τιθωνὸν ζῆν» — λεγόταν για άνθρωπο που είχε φθάσει σε πολύ [[βαθιά]] [[γεράματα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[Τιτάν]].]. | |||
}} | }} |