χοιρικός: Difference between revisions

46
(6_11)
(46)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''χοιρικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς χοῖρον, ὁ τοῦ χοίρου, χοιρικὸς [[κόπρος]] Τζέτζ. εἰς Κωμ. Ἀποσπ. 775, 33.
|lstext='''χοιρικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς χοῖρον, ὁ τοῦ χοίρου, χοιρικὸς [[κόπρος]] Τζέτζ. εἰς Κωμ. Ἀποσπ. 775, 33.
}}
{{grml
|mltxt=-όν, ΜΑ [[χοῑρος]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον χοίρο, [[χοιρινός]].
}}
}}