σχιδανόπους: Difference between revisions

40
(6_14)
(40)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σχῐδᾰνόπους''': ὁ, ἡ, = [[σχιζόπους]], Ἀριστ. Ἀποσπ. 269, 270, 272. 274, 275.
|lstext='''σχῐδᾰνόπους''': ὁ, ἡ, = [[σχιζόπους]], Ἀριστ. Ἀποσπ. 269, 270, 272. 274, 275.
}}
{{grml
|mltxt=-ουν, Α<br />[[σχιζόπους]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το επίθ. έχει σχηματιστεί από αμάρτυρο <i>σχιδανός</i> (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>σχιδ</i>- του [[σχίζω]], <b>πρβλ.</b> [[πιθανός]]) <span style="color: red;">+</span> [[πούς]], <i>ποδός</i> «[[πόδι]]»].
}}
}}