τριπρόσωπος: Difference between revisions

42
(eksahir)
(42)
Line 15: Line 15:
{{eles
{{eles
|esgtx=[[de tres caras]]
|esgtx=[[de tres caras]]
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[τριπρόσωπος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[τρία]] πρόσωπα, που εμφανίζεται με [[τρεις]] μορφές, [[τρίμορφος]] («δέσποιν' Ἐκάτα... τριπρόσωπε», <b>Αθήν.</b>)<br /><b>2.</b> (για την Αγία Τριάδα) αυτή που αποτελείται από [[τρία]] πρόσωπα, από [[τρεις]] υποστάσεις<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το τριπρόσωπο</i>(<i>ν</i>)<br /><b>εκκλ.</b> [[ψηφοδέλτιο]] με [[τρία]] ονόματα υποψήφιων εκλόγιμων αρχιερέων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> -[[πρόσωπος]] (<span style="color: red;"><</span> [[πρόσωπον]]), <b>πρβλ.</b> <i>δι</i>-[[πρόσωπος]].
}}
}}