τριχώδης: Difference between revisions

42
(6_7)
(42)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρῐχώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] πρὸς [[τρίχα]], Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 37, 21, π. Ζ. Μορ. 4. 11, 5, κ. ἀλλ. 2) μεταφορ., φωναὶ τρ., μικραὶ καὶ λεπταὶ φωναί, ὁ αὐτ. π. Ἀκουστ. 57.
|lstext='''τρῐχώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] πρὸς [[τρίχα]], Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 37, 21, π. Ζ. Μορ. 4. 11, 5, κ. ἀλλ. 2) μεταφορ., φωναὶ τρ., μικραὶ καὶ λεπταὶ φωναί, ὁ αὐτ. π. Ἀκουστ. 57.
}}
{{grml
|mltxt=-ες / [[τριχώδης]], -ῶδες, ΝΑ [[θρίξ]], <i>τριχός</i>]<br />όμοιος με [[τρίχα]], [[τριχοειδής]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[γεμάτος]] [[τρίχες]], [[τριχωτός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αναμεμιγμένος με [[τρίχες]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) (<i>τὰ</i>) <i>τριχώδη</i><br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «ὄργανα πολιορκητικὰ πρὸς χώρησιν [ή [[πιθανώς]] ὀχύρωσιν] ἐπιτήδεια»<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «φωναὶ τριχώδεις»<br /><b>μτφ.</b> λεπτές φωνές.
}}
}}