ἀκήρυκτος: Difference between revisions

2
(2)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=και -χτος, -η, -ο (Α [[ἀκήρυκτος]], -ον)<br />αυτός που δεν προαναγγέλθηκε με κήρυκα, που έγινε [[χωρίς]] [[προειδοποίηση]], ο [[ξαφνικός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που δεν έχει αναγορευτεί [[νικητής]] από κήρυκες, ο [[άδοξος]]<br /><b>2.</b> αυτός, για τον οποίο δεν έφερε ο [[κήρυκας]] [[αγγελία]], [[άγνωστος]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[ακήρυκτος]] [[πόλεμος]]», [[πόλεμος]], [[κατά]] τη [[διάρκεια]] του οποίου δεν γίνονται δεκτοί κήρυκες με προτάσεις ειρήνης<br /><b>4.</b> <b>επίρρ.</b> <i>ἀκηρύκτως</i><br />[[χωρίς]] τη [[μεσολάβηση]] κηρύκων (<b>[[πρβλ]].</b> και [[ἀκηρυκτεί]], <i>ἀκηρυκτί</i>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀ</i>- στερητ. <span style="color: red;">+</span> [[κηρύσσω]].<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[ἀκηρυκτεί]].
|mltxt=και -χτος, -η, -ο (Α [[ἀκήρυκτος]], -ον)<br />αυτός που δεν προαναγγέλθηκε με κήρυκα, που έγινε [[χωρίς]] [[προειδοποίηση]], ο [[ξαφνικός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που δεν έχει αναγορευτεί [[νικητής]] από κήρυκες, ο [[άδοξος]]<br /><b>2.</b> αυτός, για τον οποίο δεν έφερε ο [[κήρυκας]] [[αγγελία]], [[άγνωστος]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[ακήρυκτος]] [[πόλεμος]]», [[πόλεμος]], [[κατά]] τη [[διάρκεια]] του οποίου δεν γίνονται δεκτοί κήρυκες με προτάσεις ειρήνης<br /><b>4.</b> <b>επίρρ.</b> <i>ἀκηρύκτως</i><br />[[χωρίς]] τη [[μεσολάβηση]] κηρύκων (<b>[[πρβλ]].</b> και [[ἀκηρυκτεί]], <i>ἀκηρυκτί</i>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀ</i>- στερητ. <span style="color: red;">+</span> [[κηρύσσω]].<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[ἀκηρυκτεί]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀκήρυκτος:''' -ον ([[κηρύσσω]]), αυτός που δεν έχει προαναγγελθεί, αυτός που δεν έχει προκηρυχθεί, ἀκ. [[πόλεμος]], [[αιφνίδιος]], [[ξαφνικός]] [[πόλεμος]], σε Ηρόδ.· [[αλλά]] επίσης κι [[ένας]] πολεμος στον οποίο δεν γίνεται [[δεκτός]] [[ένας]] [[κήρυκας]], [[άτεγκτος]], [[αδυσώπητος]], σε Ξεν., Δημ.· επίρρ. <i>-τως</i>, [[άνευ]] της ανάγκης κήρυκα ή της σημαίας ανακωχής, σε Ευρ.<br /><b class="num">III.</b> ο [[άνευ]] ειδήσεων, αυτός που δεν έχει ακουστεί, που δεν έχει [[κήρυκας]] κομίσει [[είδηση]] γι' αυτόν, σε Σοφ.
}}
}}