ἀκροθίνιον: Difference between revisions

2
(2)
(2)
Line 33: Line 33:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀκροθίνιον]], το και ἀκροθίνια ή [[ἀκρόθινα]], τα (Α)<br /><b>1.</b> το ανώτερο ή καλύτερο [[μέρος]] από έναν σωρό<br /><b>2.</b> τα [[πρώτα]] γεννήματα του αγρού, οι απαρχές<br /><b>3.</b> το καλύτερο [[μέρος]] τών λαφύρων που προσφέρονταν στους θεούς<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «[[ἀκρόθινα]] πολέμου» — οι Ολυμπιακοί αγώνες, [[επειδή]] ιδρύθηκαν με [[λάφυρα]] που κερδήθηκαν στον πόλεμο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀκρο</i>- (Ι) <span style="color: red;">+</span> <i>θίς</i> «[[σωρός]]».<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[ἀκροθινιάζομαι]].
|mltxt=[[ἀκροθίνιον]], το και ἀκροθίνια ή [[ἀκρόθινα]], τα (Α)<br /><b>1.</b> το ανώτερο ή καλύτερο [[μέρος]] από έναν σωρό<br /><b>2.</b> τα [[πρώτα]] γεννήματα του αγρού, οι απαρχές<br /><b>3.</b> το καλύτερο [[μέρος]] τών λαφύρων που προσφέρονταν στους θεούς<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «[[ἀκρόθινα]] πολέμου» — οι Ολυμπιακοί αγώνες, [[επειδή]] ιδρύθηκαν με [[λάφυρα]] που κερδήθηκαν στον πόλεμο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀκρο</i>- (Ι) <span style="color: red;">+</span> <i>θίς</i> «[[σωρός]]».<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[ἀκροθινιάζομαι]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀκροθίνιον:''' [θῑ], τό, [[κυρίως]] σε πληθ. <i>ἀκροθίνια</i>· ([[ἄκρος]], [[θίς]])· το [[κορυφαίο]] [[τμήμα]] σωρού, το υψηλότατο [[μέρος]], στοίβας, το εκλεκτό [[μέρος]], οι πρώτοι καρποί που προσφέρονταν ως [[προσφορά]] στους θεούς, σε Ηρόδ. κ.λπ.
}}
}}