ἄλοφος: Difference between revisions

2
(3)
(2)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἄλοφος]], -ον) [[[λόφος]]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για τόπους) αυτός που δεν έχει λόφους<br /><b>αρχ.</b><br />(για περικεφαλαίες) αυτή που δεν έχει [[λοφίο]].
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἄλοφος]], -ον) [[[λόφος]]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για τόπους) αυτός που δεν έχει λόφους<br /><b>αρχ.</b><br />(για περικεφαλαίες) αυτή που δεν έχει [[λοφίο]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἄλοφος:''' Επικ. ἄλ-λοφος, <i>-ον</i>, αυτός που δεν έχει [[λοφίο]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
}}