Ἀμύκλαι: Difference between revisions

2
(SL_1)
(2)
Line 21: Line 21:
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>&#774;αμύκλαι</b> a [[city]] [[near]] [[Sparta]], captured by the Herakleidai [[with]] the [[help]] of the Theban Aigidai [[ἔσχον]] δ' Ἀμύκλας ὄλβιοι (sc. Ἡρακλείδαι.) (P. 1.65) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> θάνεν μὲν αὐτὸς [[ἥρως]] Ἀτρείδας ἵκων χρόνῳ κλυταῖς ἐν Ἀμύκλαις (P. 11.32) [[ἕλον]] δ' Ἀμύκλας Αἰγεῖδαι [[σέθεν]] ἔκγονοι (sc. ὦ Θήβα.) (I. 7.14)
|sltr=<b>&#774;αμύκλαι</b> a [[city]] [[near]] [[Sparta]], captured by the Herakleidai [[with]] the [[help]] of the Theban Aigidai [[ἔσχον]] δ' Ἀμύκλας ὄλβιοι (sc. Ἡρακλείδαι.) (P. 1.65) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> θάνεν μὲν αὐτὸς [[ἥρως]] Ἀτρείδας ἵκων χρόνῳ κλυταῖς ἐν Ἀμύκλαις (P. 11.32) [[ἕλον]] δ' Ἀμύκλας Αἰγεῖδαι [[σέθεν]] ἔκγονοι (sc. ὦ Θήβα.) (I. 7.14)
}}
{{lsm
|lsmtext='''Ἀμύκλαι:''' αἱ, είδος παπουτσιού που φτιαχνόταν στις Άμυκλες, σε Θεόκρ.<br /><b class="num">• [[Ἀμύκλαι]]:</b> -ῶν, αἱ, Λακων. πόλη, διάσημη για τη [[λατρεία]] του Απόλλωνα, σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.· [[Ἀμυκλαῖον]], <i>τό</i>, ο [[ναός]] του Αμυκλαίου Απόλλωνα, σε Θουκ.· επίρρ. Ἀμύκλᾱθεν, από τις Αμύκλες, σε Πίνδ.
}}
}}