βαθύσκιος: Difference between revisions

3
(7)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-α, -ο (AM [[βαθύσκιος]], -ον)<br />αυτός που έχει πυκνή [[σκιά]].
|mltxt=-α, -ο (AM [[βαθύσκιος]], -ον)<br />αυτός που έχει πυκνή [[σκιά]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''βᾰθύσκῐος:''' -ον ([[σκιά]]), αυτός που έχει [[βαθιά]] [[σκιά]], σε Ομηρ. Ύμν., Θεόκρ.
}}
}}