βωμολόχευμα: Difference between revisions

3
(7)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[βωμολόχευμα]], το (Α) [[βωμολοχεύομαι]]<br />(μόνο στον πληθ.) άσεμνα αστεία, αισχρολογίες.
|mltxt=[[βωμολόχευμα]], το (Α) [[βωμολοχεύομαι]]<br />(μόνο στον πληθ.) άσεμνα αστεία, αισχρολογίες.
}}
{{lsm
|lsmtext='''βωμολόχευμα:''' -ατος, τό, [[μέρος]] ποταπής κολακείας· στον πληθ., χαμερπείς κολακείες, φαύλοι και απρεπείς αστεϊσμοί, σε Αριστοφ.
}}
}}