ἀνυπόκριτος: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνυπόκριτος]], -ον)<br />ο [[χωρίς]] [[υποκρισία]], [[απροσποίητος]], [[ειλικρινής]].
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνυπόκριτος]], -ον)<br />ο [[χωρίς]] [[υποκρισία]], [[απροσποίητος]], [[ειλικρινής]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀνυπόκρῐτος:''' -ον ([[ὑποκρίνομαι]]), αυτός που δεν έχει [[υπόκριση]], σε Καινή Διαθήκη
}}
}}