θήρευμα: Difference between revisions

4
(17)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=το (Α [[θήραμα]]) [[θηρεύω]]<br />[[θήραμα]], [[λεία]], [[λάφυρο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>στον πληθ.</b> <i>τὰ θηρεύματα</i><br />το [[κυνήγι]].
|mltxt=το (Α [[θήραμα]]) [[θηρεύω]]<br />[[θήραμα]], [[λεία]], [[λάφυρο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>στον πληθ.</b> <i>τὰ θηρεύματα</i><br />το [[κυνήγι]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''θήρευμα:''' -ατος, τό ([[θηρεύω]]), = [[θήραμα]], [[κυνήγι]], [[λεία]], [[θήραμα]], σε Ευρ.
}}
}}