Σελλοί: Difference between revisions

6
(37)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=oἱ, Α<br />κάτοικοι της Δωδώνης, φύλακες του μουσείου του [[Διός]], που ήταν υποχρεωμένοι να ζουν ασκητικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], πρόκειται για ιλλυρικό τ. με σημ. «[[ιερουργός]], [[θύτης]]», που συνδέεται με το γοτθ. <i>saljan</i> «[[προσφέρω]], [[θυσιάζω]]». Για την [[σύνδεση]] του τ. με την λ. <i>Ἕλληνες</i> <b>βλ. λ.</b>].
|mltxt=oἱ, Α<br />κάτοικοι της Δωδώνης, φύλακες του μουσείου του [[Διός]], που ήταν υποχρεωμένοι να ζουν ασκητικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], πρόκειται για ιλλυρικό τ. με σημ. «[[ιερουργός]], [[θύτης]]», που συνδέεται με το γοτθ. <i>saljan</i> «[[προσφέρω]], [[θυσιάζω]]». Για την [[σύνδεση]] του τ. με την λ. <i>Ἕλληνες</i> <b>βλ. λ.</b>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''Σελλοί:''' οἱ, [[Σελλοί]], φύλακες του μαντείου του [[Δία]] στη [[Δωδώνη]], δεσμευμένοι να ζουν τραχιά κι ασκητική [[ζωή]], σε Ομήρ. Ιλ., Σοφ.
}}
}}