ὑφορμίζομαι: Difference between revisions

6
(Bailly1_5)
(6)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>pf.</i> ὑφώρμισμαι;<br />entrer dans le port, jeter l’ancre : [[τῇ]] Σαλαμῖνι PLUT devant Salamine.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπό]], ὁρμίζομαι.
|btext=<i>pf.</i> ὑφώρμισμαι;<br />entrer dans le port, jeter l’ancre : [[τῇ]] Σαλαμῖνι PLUT devant Salamine.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπό]], ὁρμίζομαι.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὑφορμίζομαι:''' Παθ. και Μέσ., [[προσορμίζομαι]] [[κρυφά]] ή [[κάτω]] από ένα [[μέρος]], σε Θουκ., Πλούτ.
}}
}}