3,277,048
edits
(45) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=τὸ, Α [[φύλλον]]<br /><b>συν. στον πληθ.</b> <i>τὰ φυλλεῑα</i><br />α) χορταρικά, μυρωδικά, όπως [[είναι]] ο [[μαϊντανός]] και ο [[δυόσμος]]<br />β) φύλλα μισομαραμένα διαφόρων λαχανικών<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «ῥαφανίδων φυλλεῑα» — τα φύλλα από το [[ραπάνι]] (<b>Αριστοφ.</b>). | |mltxt=τὸ, Α [[φύλλον]]<br /><b>συν. στον πληθ.</b> <i>τὰ φυλλεῑα</i><br />α) χορταρικά, μυρωδικά, όπως [[είναι]] ο [[μαϊντανός]] και ο [[δυόσμος]]<br />β) φύλλα μισομαραμένα διαφόρων λαχανικών<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «ῥαφανίδων φυλλεῑα» — τα φύλλα από το [[ραπάνι]] (<b>Αριστοφ.</b>). | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''φυλλεῖον:''' τό, [[συνήθως]] σε πληθ., φύλλα λαχάνων, μικρά χόρτα, όπως είναι η [[μέντα]] και ο [[μαϊντανός]], σε Αριστοφ. | |||
}} | }} |