ἑκατόζυγος: Difference between revisions

4
(10)
(4)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἑκατόζυγος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> (για [[πλοίο]]) αυτός που έχει [[εκατό]] καθίσματα κωπηλατών<br /><b>2.</b> αυτός που έχει μεγάλο αριθμό κουπιών.
|mltxt=[[ἑκατόζυγος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> (για [[πλοίο]]) αυτός που έχει [[εκατό]] καθίσματα κωπηλατών<br /><b>2.</b> αυτός που έχει μεγάλο αριθμό κουπιών.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἑκᾰτόζῠγος:''' -ον ([[ζυγόν]]), αυτός που έχει [[εκατό]] καθίσματα για κωπηλάτες, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
}}