πολύσχιστος: Difference between revisions

6
(33)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />([[κυρίως]] για δρόμο) αυτός που διακλαδίζεται σε [[πολλά]] [[στενά]] δρομάκια ή μονοπάτια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[σχιστός]] (<span style="color: red;"><</span> [[σχίζω]])].
|mltxt=-ον, Α<br />([[κυρίως]] για δρόμο) αυτός που διακλαδίζεται σε [[πολλά]] [[στενά]] δρομάκια ή μονοπάτια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[σχιστός]] (<span style="color: red;"><</span> [[σχίζω]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πολύσχιστος:''' -ον, αυτός που έχει [[πολλά]] παρακλάδια, [[κέλευθα]], σε Σοφ.
}}
}}