μελάγχιμος: Difference between revisions

5
(24)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μελάγχιμος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> [[μαύρος]], [[σκοτεινός]] («λευκὸν ἧμαρ νυκτὸς ἐκ μελαγχίμου», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ μελάγχιμα</i><br />μαύρες κηλίδες στο [[χιόνι]] («εἰ δ' ἐνέσται μελάγχιμα, [[δυσζήτητος]] ἔσται [ὁ [[λαγώς]]]», <b>Ξεν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέλας]], -<i>ανος</i> <span style="color: red;">+</span> θ. <i>χιμ</i>-(μηδενισμένη [[βαθμίδα]] του θ. <i>χειμ</i>-, <b>[[πρβλ]].</b> [[χεῖμα]], [[χειμών]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>δύσ</i>-<i>χιμος</i>].
|mltxt=[[μελάγχιμος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> [[μαύρος]], [[σκοτεινός]] («λευκὸν ἧμαρ νυκτὸς ἐκ μελαγχίμου», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ μελάγχιμα</i><br />μαύρες κηλίδες στο [[χιόνι]] («εἰ δ' ἐνέσται μελάγχιμα, [[δυσζήτητος]] ἔσται [ὁ [[λαγώς]]]», <b>Ξεν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέλας]], -<i>ανος</i> <span style="color: red;">+</span> θ. <i>χιμ</i>-(μηδενισμένη [[βαθμίδα]] του θ. <i>χειμ</i>-, <b>[[πρβλ]].</b> [[χεῖμα]], [[χειμών]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>δύσ</i>-<i>χιμος</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''μελάγχῐμος:''' -ον, [[μαύρος]], [[σκούρος]], σε Αισχύλ., Ευρ. (σχηματίζεται από το [[μέλας]], με [[κατάληξη]] <i>-χιμος</i>, όπως <i>δύσ-χιμος</i> από [[δυσ-]]).
}}
}}