συλλοχίζω: Difference between revisions

6
(39)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[συνενώνω]] σε μία στρατιωτική [[μονάδα]] («οὕς εἰς ἕν [[τάγμα]] ὁ Νέρων συλλοχίσας», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[διαμοιράζω]] στρατιωτική [[δύναμη]] σε μικρότερες μονάδες («[[δύναμις]] συλλελοχισμένη εἰς ἐκατοστύας», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>3.</b> [[παρατάσσω]] στρατιώτες συντεταγμένους σε λόχους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[λοχίζω]] (<span style="color: red;"><</span> [[λόχος]])].
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[συνενώνω]] σε μία στρατιωτική [[μονάδα]] («οὕς εἰς ἕν [[τάγμα]] ὁ Νέρων συλλοχίσας», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[διαμοιράζω]] στρατιωτική [[δύναμη]] σε μικρότερες μονάδες («[[δύναμις]] συλλελοχισμένη εἰς ἐκατοστύας», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>3.</b> [[παρατάσσω]] στρατιώτες συντεταγμένους σε λόχους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[λοχίζω]] (<span style="color: red;"><</span> [[λόχος]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''συλλοχίζω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[ενώνω]] τους στρατιώτες σε σώματα, τους [[συνενώνω]] σε στρατιωτικές μονάδες, λόχους, σε Πλούτ.
}}
}}