3,277,301
edits
(17) |
(4) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[θεραπήϊος]], -ΐα, -ον (Α)<br />(ιων. και ποιητ. τ.)<br /><b>1.</b> [[θεραπευτικός]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τα θεραπήια</i><br />τα γιατρικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θεραπεύω]], <span style="color: red;">+</span> ιων. καταλ. [[ήιος]] που, ενώ αρχικά σχημάτιζε μετονοματικά παράγωγα ονομάτων σε -<i>εύς</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>βασιλ</i>-<i>ευς</i> > <i>βασιλ</i>-[[ήιος]]), αργότερα η [[χρήση]] της επεκτάθηκε και σε άλλες κατηγορίες λέξεων [[μεταξύ]] τών οποίων [[είναι]] και τα ρ. σε -<i>ευώ</i>]. | |mltxt=[[θεραπήϊος]], -ΐα, -ον (Α)<br />(ιων. και ποιητ. τ.)<br /><b>1.</b> [[θεραπευτικός]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τα θεραπήια</i><br />τα γιατρικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θεραπεύω]], <span style="color: red;">+</span> ιων. καταλ. [[ήιος]] που, ενώ αρχικά σχημάτιζε μετονοματικά παράγωγα ονομάτων σε -<i>εύς</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>βασιλ</i>-<i>ευς</i> > <i>βασιλ</i>-[[ήιος]]), αργότερα η [[χρήση]] της επεκτάθηκε και σε άλλες κατηγορίες λέξεων [[μεταξύ]] τών οποίων [[είναι]] και τα ρ. σε -<i>ευώ</i>]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''θερᾰπήϊος:''' -α, -ον, Ιων. αντί [[θεραπευτικός]], σε Ανθ. Π. | |||
}} | }} |