προσεντείνω: Difference between revisions

6
(34)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α [[ἐντείνω]]<br /><b>1.</b> [[τεντώνω]] [[κάτι]] περισσότερο («[[ἐπειδὴ]] νοσοῡντα πρῴην εἶδὲ με... πληγὰς ὁ γενναῑος προσενέτεινεν», Λουκ.)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «προσεντείνειν [[πληγάς]] τινι» — [[εξακολουθώ]] να [[δέρνω]] κάποιον.
|mltxt=Α [[ἐντείνω]]<br /><b>1.</b> [[τεντώνω]] [[κάτι]] περισσότερο («[[ἐπειδὴ]] νοσοῡντα πρῴην εἶδὲ με... πληγὰς ὁ γενναῑος προσενέτεινεν», Λουκ.)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «προσεντείνειν [[πληγάς]] τινι» — [[εξακολουθώ]] να [[δέρνω]] κάποιον.
}}
{{lsm
|lsmtext='''προσεντείνω:''' μέλ. <i>-τενῶ</i>, [[τεντώνω]], [[εντείνω]] [[ακόμα]] περισσότερο, [[προσεντείνω]] [[πληγάς]] τινι, [[δέρνω]] κάποιον με περισσότερα χτυπήματα, σε Δημ.
}}
}}