3,274,919
edits
(24) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[μαλακαίπους]], -ουν (Α)<br /><b>βλ.</b> [[μαλακόπους]]. | |mltxt=[[μαλακαίπους]], -ουν (Α)<br /><b>βλ.</b> [[μαλακόπους]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''μᾰλᾰκαίπους:''' ὁ, ἡ, -πουν, τό, ποιητ. αντί [[μαλακόπους]], αυτός που έχει τρυφερά πόδια ή και ελαφρό [[περπάτημα]], σε Θεόκρ. | |||
}} | }} |