πτόρθος: Difference between revisions

6
(35)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[πόρθος]], ὁ, Α<br /><b>1.</b> [[νέος]], [[τρυφερός]] [[κλάδος]] φυτού, [[βλαστάρι]] (α. «ἐκ πυκίνης δ' ὕλης πτόρθον κλάσε χειρὶ παχείῃ φύλλων», <b>Ομ. Οδ.</b><br />β. «πτόρθους ἁπαλοὺς ἀποτρώγουσαι», Εύπ.)<br /><b>2.</b> η [[βλάστηση]], η [[έκφυση]] κλώνων («φύλλα δ' [[ἔραζε]] χέει, πτόρθοιό τε λήγει», <b>Ησίοδ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[πτόρθος]] [[μέγας]]» — το μεγάλο [[ρόπαλο]] του Ηρακλή, η [[μεγάλη]] [[κλάρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Έχουν διατυπωθεί διάφορες υποθέσεις, οι οποίες όμως παραμένουν ανεπιβεβαίωτες, όπως η [[σύνδεση]] της λ. με τους τ. [[πόρτις]], [[παρθένος]] ή με το γερμ. <i>Bart</i> «[[γενειάδα]], [[μούσι]]»].
|mltxt=και [[πόρθος]], ὁ, Α<br /><b>1.</b> [[νέος]], [[τρυφερός]] [[κλάδος]] φυτού, [[βλαστάρι]] (α. «ἐκ πυκίνης δ' ὕλης πτόρθον κλάσε χειρὶ παχείῃ φύλλων», <b>Ομ. Οδ.</b><br />β. «πτόρθους ἁπαλοὺς ἀποτρώγουσαι», Εύπ.)<br /><b>2.</b> η [[βλάστηση]], η [[έκφυση]] κλώνων («φύλλα δ' [[ἔραζε]] χέει, πτόρθοιό τε λήγει», <b>Ησίοδ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[πτόρθος]] [[μέγας]]» — το μεγάλο [[ρόπαλο]] του Ηρακλή, η [[μεγάλη]] [[κλάρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Έχουν διατυπωθεί διάφορες υποθέσεις, οι οποίες όμως παραμένουν ανεπιβεβαίωτες, όπως η [[σύνδεση]] της λ. με τους τ. [[πόρτις]], [[παρθένος]] ή με το γερμ. <i>Bart</i> «[[γενειάδα]], [[μούσι]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πτόρθος:''' ὁ,<br /><b class="num">I.</b> [[νεαρός]] [[βλαστός]], [[βλαστάρι]], ριζοβλάσταρο, [[φυντανάκι]], σε Ομήρ. Οδ., Ευρ. κ.λπ.· [[πτόρθος]] [[μέγας]], λέγεται για το [[ρόπαλο]] του Ηρακλή, σε Ανθ.<br /><b class="num">II.</b> [[βλάστηση]], μπουμπούκισμα, σε Ησίοδ.
}}
}}