φοιτάς: Difference between revisions

6
(45)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-[[άδος]], ἡ, Α<br />([[κυρίως]] ως τ. θηλ. του επιθ. [[φοιταλέος]])<br /><b>1.</b> (ως [[προσωνυμία]] της Κασσάνδρας και τών Βακχών) αυτή που περιφέρεται εδώ κι [[εκεί]] σαν [[παράφρων]]<br /><b>2.</b> (<b>με σημ. επιθ.</b>) α) μανιακή<br />β) ([[κατά]] το λεξ. [[Σούδα]]) (για οδό) πολυσύχναστη<br /><b>3.</b> (με σημ. ουσ.) [[πόρνη]] που περιφέρεται στους δρόμους<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «φοιτὰς [[νόσος]]» — [[μανία]], [[παραφροσύνη]] (<b>Σοφ.</b>)<br />β) «φοιτὰς [[ῥιπή]]» — η [[ασταθής]] [[κίνηση]] της φλόγας <b>(Τρυφιόδ.)</b><br />γ) «φοιτὰς ἐμπορίη» — το [[εμπόριο]] που διεξάγεται μέσω τών θαλάσσιων [[οδών]] (<b>Ανθ. Παλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φοιτῶ</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>άς</i>, -[[άδος]] (<b>πρβλ.</b> <i>τυπ</i>-<i>άς</i>)].
|mltxt=-[[άδος]], ἡ, Α<br />([[κυρίως]] ως τ. θηλ. του επιθ. [[φοιταλέος]])<br /><b>1.</b> (ως [[προσωνυμία]] της Κασσάνδρας και τών Βακχών) αυτή που περιφέρεται εδώ κι [[εκεί]] σαν [[παράφρων]]<br /><b>2.</b> (<b>με σημ. επιθ.</b>) α) μανιακή<br />β) ([[κατά]] το λεξ. [[Σούδα]]) (για οδό) πολυσύχναστη<br /><b>3.</b> (με σημ. ουσ.) [[πόρνη]] που περιφέρεται στους δρόμους<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «φοιτὰς [[νόσος]]» — [[μανία]], [[παραφροσύνη]] (<b>Σοφ.</b>)<br />β) «φοιτὰς [[ῥιπή]]» — η [[ασταθής]] [[κίνηση]] της φλόγας <b>(Τρυφιόδ.)</b><br />γ) «φοιτὰς ἐμπορίη» — το [[εμπόριο]] που διεξάγεται μέσω τών θαλάσσιων [[οδών]] (<b>Ανθ. Παλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φοιτῶ</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>άς</i>, -[[άδος]] (<b>πρβλ.</b> <i>τυπ</i>-<i>άς</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''φοιτάς:''' -[[άδος]] ([[φοιτάω]]), θηλ. επίθ., αυτή που περιπλανιέται μανιωδώς, λέγεται για την [[Κασσάνδρα]], σε Αισχύλ.· λέγεται για τους Βακχιστές, σε Ευρ.· φοιτὰς [[νόσος]], [[μανία]], [[παραφροσύνη]], σε Σοφ.· <i>φοιτὰς ἐμπορίη</i>, χρησιμοποιείται για το [[εμπόριο]] στη [[θάλασσα]], σε Ανθ.· επίσης χρησιμ. με ουδ. ουσ., <i>φοιτάσι πτεροῖς</i>, λέγεται για φτερά που πηγαίνουν εδώ κι [[εκεί]], σε Ευρ.
}}
}}