συνεπανίστημι: Difference between revisions

6
(39)
(6)
Line 7: Line 7:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[κάνω]] κάποιον να εξεγερθεί [[εναντίον]] άλλου<br />2.(συν. το παθ.) [[συνεπανίσταμαι]]- εξεγείρομαι, [[επαναστατώ]] από κοινού με άλλον («συνεπαναστάντες δὲ οὗτοι ἅμα Πεισιστράτῳ [[ἔσχον]] τὴν ἀκρόπολιν», <b>Ηρόδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἐπανίστημι]] «[[εξεγείρω]], [[ξεσηκώνω]]»].
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[κάνω]] κάποιον να εξεγερθεί [[εναντίον]] άλλου<br />2.(συν. το παθ.) [[συνεπανίσταμαι]]- εξεγείρομαι, [[επαναστατώ]] από κοινού με άλλον («συνεπαναστάντες δὲ οὗτοι ἅμα Πεισιστράτῳ [[ἔσχον]] τὴν ἀκρόπολιν», <b>Ηρόδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἐπανίστημι]] «[[εξεγείρω]], [[ξεσηκώνω]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''συνεπανίστημι:'''<b class="num">I.</b> [[υποκινώ]] κάποιον να εξεγερθεί [[εναντίον]] κάποιου από κοινού.<br /><b class="num">II.</b> Παθ., με Ενεργ. αόρ. βʹ, [[επαναστατώ]] από κοινού, σε Ηρόδ., Θουκ.· <i>τινι</i> ή [[ἅμα]] τινι, σε Ηρόδ.
}}
}}