φραστήρ: Difference between revisions

6
(45)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ῆρος, ὁ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που δίνει πληροφορίες για [[κάτι]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «φραστὴρ ὁδοῡ [ή ὁδῶν]» — [[οδηγός]]<br />β) «φραστῆρες ὀδόντες» — τα δόντια από τα οποία διακρίνεται η [[ηλικία]] ενός ζώου (Σχόλ. <b>Αριστοφ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φράζω]] (Ι) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τήρ</i>].
|mltxt=-ῆρος, ὁ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που δίνει πληροφορίες για [[κάτι]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «φραστὴρ ὁδοῡ [ή ὁδῶν]» — [[οδηγός]]<br />β) «φραστῆρες ὀδόντες» — τα δόντια από τα οποία διακρίνεται η [[ηλικία]] ενός ζώου (Σχόλ. <b>Αριστοφ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φράζω]] (Ι) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τήρ</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''φραστήρ:''' -ῆρος, ὁ ([[φράζω]]), [[ομιλητής]], αυτός που καθοδηγεί, [[πληροφοριοδότης]], <i>τινος</i>, για ή σχετικά με ένα [[πράγμα]], σε Ξεν.· <i>φραστὴρ ὁδῶν</i>, [[οδηγός]], στον ίδ.· <i>φραστῆρες ὀδόντες</i>, τα δόντια που δηλώνουν την [[ηλικία]].
}}
}}