σίλουρος: Difference between revisions

6
(37)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[γένος]] ιχθύων του γλυκού νερού που ανήκει στην [[οικογένεια]] [[σιλουρίδες]] της τάξης σιλουροειδή ή σιλουρόμορφα, με αντιπροσωπευτικό το μεγαλόσωμο [[είδος]] Silurus glanis, γνωστό με την [[κοινή]] [[ονομασία]] [[γουλιανός]], που απαντά στα ποτάμια και στις λίμνες της Ελλάδας<br /><b>αρχ.</b><br />το γνωστό, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική [[ταξινόμηση]], [[είδος]] ψαριών Parasilurus (Silurus) aristotelis, κν. ονομαζόμενο [[σήμερα]] [[γλανίδι]], συγγενικό με τον γουλιανό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>σιλ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>ουρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[οὐρά]]), <b>πρβλ.</b> <i>μελάν</i>-<i>ουρος</i>, <i>τράχ</i>-<i>ουρος</i>. Για το α' συνθετικό <i>σιλ</i>-, που παρουσιάζει δυσχέρειες, έχει διατυπωθεί η [[άποψη]] ότι συνδέεται με το αμάρτυρο <i>σιλός</i> (<b>βλ. λ.</b> [[σίλλος]]), <b>πρβλ.</b> [[Σιληνός]], <i>σιληπορδῶ</i>. Η [[σύνδεση]] αυτή ενισχύεται και σημασιολογικά λόγω της ύπαρξης ενός μεγάλου οπίσθιου πτερυγίου στο [[ψάρι]] αυτό (<b>πρβλ.</b> [[σιλλέα]] «[[τρίχωμα]]»)].
|mltxt=ο, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[γένος]] ιχθύων του γλυκού νερού που ανήκει στην [[οικογένεια]] [[σιλουρίδες]] της τάξης σιλουροειδή ή σιλουρόμορφα, με αντιπροσωπευτικό το μεγαλόσωμο [[είδος]] Silurus glanis, γνωστό με την [[κοινή]] [[ονομασία]] [[γουλιανός]], που απαντά στα ποτάμια και στις λίμνες της Ελλάδας<br /><b>αρχ.</b><br />το γνωστό, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική [[ταξινόμηση]], [[είδος]] ψαριών Parasilurus (Silurus) aristotelis, κν. ονομαζόμενο [[σήμερα]] [[γλανίδι]], συγγενικό με τον γουλιανό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>σιλ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>ουρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[οὐρά]]), <b>πρβλ.</b> <i>μελάν</i>-<i>ουρος</i>, <i>τράχ</i>-<i>ουρος</i>. Για το α' συνθετικό <i>σιλ</i>-, που παρουσιάζει δυσχέρειες, έχει διατυπωθεί η [[άποψη]] ότι συνδέεται με το αμάρτυρο <i>σιλός</i> (<b>βλ. λ.</b> [[σίλλος]]), <b>πρβλ.</b> [[Σιληνός]], <i>σιληπορδῶ</i>. Η [[σύνδεση]] αυτή ενισχύεται και σημασιολογικά λόγω της ύπαρξης ενός μεγάλου οπίσθιου πτερυγίου στο [[ψάρι]] αυτό (<b>πρβλ.</b> [[σιλλέα]] «[[τρίχωμα]]»)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''σίλουρος:''' [ῐ], ὁ, μεγάλο ποταμίσιο ψάρι, Λατ. [[silurus]], πιθ. το [[μερσίνι]] (;), σε Juven. (άγν. προέλ.).
}}
}}