βαθύρριζος: Difference between revisions

3
(7)
(3)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[βαθύρριζος]], -ον)<br />αυτός του οποίου οι ρίζες απλώνονται [[βαθιά]].
|mltxt=-η, -ο (AM [[βαθύρριζος]], -ον)<br />αυτός του οποίου οι ρίζες απλώνονται [[βαθιά]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''βᾰθύρριζος:''' -ον ([[ῥίζα]]), [[βαθιά]] ριζωμένος, σε Σοφ.
}}
}}