γαυλικός: Difference between revisions

3
(8)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[γαυλικός]], -ή, -όν (Α)<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον γαύλο.
|mltxt=[[γαυλικός]], -ή, -όν (Α)<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον γαύλο.
}}
{{lsm
|lsmtext='''γαυλικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή προορίζεται για εμπορικό [[πλοίο]], σε Ξεν.
}}
}}