3,276,901
edits
(8) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο (θηλ. γυμνάστρια, η) (Α [[γυμναστής]], ο) [[γυμνάζω]]<br /><b>1.</b> αυτός που διδάσκει [[γυμναστική]]<br /><b>2.</b> αυτός που γυμνάζει ή προπονεί αθλητές. | |mltxt=ο (θηλ. γυμνάστρια, η) (Α [[γυμναστής]], ο) [[γυμνάζω]]<br /><b>1.</b> αυτός που διδάσκει [[γυμναστική]]<br /><b>2.</b> αυτός που γυμνάζει ή προπονεί αθλητές. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''γυμνᾰστής:''' -οῦ, ὁ ([[γυμνάζω]]), [[προπονητής]] επαγγελματιών αθλητών, σε Ξεν., Πλάτ. | |||
}} | }} |