3,251,242
edits
(Bailly1_2) |
(4) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=v. [[διοράω]]. | |btext=v. [[διοράω]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''διεῖδον:''' απαρ. <i>-ιδεῖν</i>, αόρ. βʹ με ενεστ. σε [[αχρηστία]], το [[διοράω]] αντί [[αυτού]] χρησιμοποιείται (πρβλ. [[διαείδω]]),· [[διακρίνω]], [[εξετάζω]] προσεκτικά, σε Αριστοφ., Πλάτ.· [[διιδεῖν]] [[περί]] τινος, στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> παρακ. [[δίοιδα]], απαρ. <i>διειδέναι</i>· [[γνωρίζω]] τη [[διαφορά]] [[μεταξύ]], [[διαφοροποιώ]], [[διακρίνω]], [[ξεχωρίζω]], σε Ευρ. κ.λπ.· [[αποφασίζω]], σε Σοφ. | |||
}} | }} |