ἐξαπονέομαι: Difference between revisions

4
(12)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐξαπονέομαι]] (Α)<br />επικ. τ.<br />[[επιστρέφω]], [[επανέρχομαι]] από [[κάπου]] («σόον δ' ἀνένευσε μάχης ἐξαπονέεσθαι» — δεν συγχώρησε να επιστρέψει [[σώος]] από τη [[μάχη]], <b>Ομ. Ιλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>εξ</i> <span style="color: red;">+</span> <i>απο</i>-[[νέομαι]] «[[επιστρέφω]]»].
|mltxt=[[ἐξαπονέομαι]] (Α)<br />επικ. τ.<br />[[επιστρέφω]], [[επανέρχομαι]] από [[κάπου]] («σόον δ' ἀνένευσε μάχης ἐξαπονέεσθαι» — δεν συγχώρησε να επιστρέψει [[σώος]] από τη [[μάχη]], <b>Ομ. Ιλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>εξ</i> <span style="color: red;">+</span> <i>απο</i>-[[νέομαι]] «[[επιστρέφω]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐξαπονέομαι:''' Παθ., [[επανέρχομαι]] από, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
}}