ἑξέτης: Difference between revisions

4
(12)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=ἐξέτης, -ες (θηλ. ἐξέτις) (Α)<br /><b>1.</b> [[εξαετής]]<br /><b>2.</b> αυτός που διαρκεί έξι [[χρόνια]] («ἀντὶ δὲ τεσσάρων μηνῶν ἑξέτη τὴν ἀρχὴν ἐποιήσατο», Λυσ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἕξ</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>ετης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[έτος]])].
|mltxt=ἐξέτης, -ες (θηλ. ἐξέτις) (Α)<br /><b>1.</b> [[εξαετής]]<br /><b>2.</b> αυτός που διαρκεί έξι [[χρόνια]] («ἀντὶ δὲ τεσσάρων μηνῶν ἑξέτη τὴν ἀρχὴν ἐποιήσατο», Λυσ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἕξ</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>ετης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[έτος]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἑξέτης:''' -ες ([[ἔτος]]), αυτός που έχει [[ηλικία]] έξι χρόνων, [[εξάχρονος]], σε Ομήρ. Ιλ., Αριστοφ.
}}
}}