ἔρυμα: Difference between revisions

4
(14)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἔρυμα]], το (AM) [[[ερύω]] (II)]<br /><b>1.</b> [[μέσο]] για [[προστασία]], [[προφύλαγμα]] («[[θώρακας]] ἐρύματα σωμάτων», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> αμυντικό [[οχύρωμα]], [[πρόχωμα]], οχυρό (α. «[[ἔρυμα]] λίθοις ὀρθοῡν», <b>Θουκ.</b><br />β. «οἱ Ἕλληνες ἐρύματα ἔχοντες [[ἔνθεν]] μὲν τὸν Τίγρητα [[ἔνθεν]] δὲ τήν [[διώρυγα]]», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>3.</b> [[κάθε]] [[μέσο]] που προστατεύει από [[επιβουλή]], [[παραβίαση]], [[κατάχρηση]] («παῑδας, [[ἔρυμα]] δώμασι», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[τείχος]] πόλης, [[κάστρο]] («[[ἔρυμα]] Τρώων»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ἔρυμα]] χώρας» — για τον Άρειο Πάγο.
|mltxt=[[ἔρυμα]], το (AM) [[[ερύω]] (II)]<br /><b>1.</b> [[μέσο]] για [[προστασία]], [[προφύλαγμα]] («[[θώρακας]] ἐρύματα σωμάτων», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> αμυντικό [[οχύρωμα]], [[πρόχωμα]], οχυρό (α. «[[ἔρυμα]] λίθοις ὀρθοῡν», <b>Θουκ.</b><br />β. «οἱ Ἕλληνες ἐρύματα ἔχοντες [[ἔνθεν]] μὲν τὸν Τίγρητα [[ἔνθεν]] δὲ τήν [[διώρυγα]]», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>3.</b> [[κάθε]] [[μέσο]] που προστατεύει από [[επιβουλή]], [[παραβίαση]], [[κατάχρηση]] («παῑδας, [[ἔρυμα]] δώμασι», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[τείχος]] πόλης, [[κάστρο]] («[[ἔρυμα]] Τρώων»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ἔρυμα]] χώρας» — για τον Άρειο Πάγο.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἔρῠμα:''' -ατος, τό ([[ἐρύομαι]]),·<br /><b class="num">1.</b> [[σκέπη]], [[μέσο]] προφύλαξης, [[ἔρυμα]] [[χροός]], λέγεται για αμυντικό οπλισμό, [[πανοπλία]], σε Ομήρ. Ιλ., Ξεν.· <i>τὸ ἔρ. τοῦ τείχεος</i>, η [[άμυνα]], η [[προστασία]] που προσφέρει το [[τείχος]], σε Ηρόδ.· απόλ., [[πρόχωμα]], [[οχύρωμα]], σε Θουκ.<br /><b class="num">2.</b> [[προστασία]] δικαιωμάτων, [[ασφάλεια]], [[εγγύηση]], λέγεται για τον Άρειο Πάγο, σε Αισχύλ.· <i>παῖδας ἔρ. δώμασι</i>, σε Ευρ.
}}
}}