θεώρημα: Difference between revisions

4
(17)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=το (ΑΜ [[θεώρημα]]) [[θεωρώ]]<br />(στα [[μαθηματικά]] ή άλλες επιστήμες)<br />[[πρόταση]] της οποίας η [[αλήθεια]] [[είναι]] [[εμφανής]] [[αλλά]] χρειάζεται και να αποδειχθεί<br /><b>μσν.</b><br />[[αφήγηση]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> όραμα το οποίο βλέπει [[κάποιος]] [[μετά]] από [[περισυλλογή]] ή με την [[ενόραση]]<br /><b>2.</b> [[δογματική]] [[άποψη]], [[σύλληψη]] θρησκευτικών αληθειών με την [[περισυλλογή]] και την [[προσευχή]]<br /><b>3.</b> [[τμήμα]], [[μέρος]] του λόγου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[θέαμα]]<br /><b>2.</b> [[εορτασμός]]<br /><b>3.</b> εκείνο το οποίο [[είναι]] δυνατό να παρατηρήσει [[κάποιος]]<br /><b>4.</b> [[θεωρία]]<br /><b>5.</b> [[πρόταση]] που έχει διατυπωθεί και αιτιολογηθεί ύστερα από [[έρευνα]]<br /><b>6.</b> [[έρευνα]], [[εξέταση]]<br /><b>7.</b> <b>πληθ.</b> <i>τὰ θεωρήματα</i><br />οι τέχνες και οι επιστήμες.
|mltxt=το (ΑΜ [[θεώρημα]]) [[θεωρώ]]<br />(στα [[μαθηματικά]] ή άλλες επιστήμες)<br />[[πρόταση]] της οποίας η [[αλήθεια]] [[είναι]] [[εμφανής]] [[αλλά]] χρειάζεται και να αποδειχθεί<br /><b>μσν.</b><br />[[αφήγηση]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> όραμα το οποίο βλέπει [[κάποιος]] [[μετά]] από [[περισυλλογή]] ή με την [[ενόραση]]<br /><b>2.</b> [[δογματική]] [[άποψη]], [[σύλληψη]] θρησκευτικών αληθειών με την [[περισυλλογή]] και την [[προσευχή]]<br /><b>3.</b> [[τμήμα]], [[μέρος]] του λόγου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[θέαμα]]<br /><b>2.</b> [[εορτασμός]]<br /><b>3.</b> εκείνο το οποίο [[είναι]] δυνατό να παρατηρήσει [[κάποιος]]<br /><b>4.</b> [[θεωρία]]<br /><b>5.</b> [[πρόταση]] που έχει διατυπωθεί και αιτιολογηθεί ύστερα από [[έρευνα]]<br /><b>6.</b> [[έρευνα]], [[εξέταση]]<br /><b>7.</b> <b>πληθ.</b> <i>τὰ θεωρήματα</i><br />οι τέχνες και οι επιστήμες.
}}
{{lsm
|lsmtext='''θεώρημα:''' -ατος, τό,<br /><b class="num">1.</b> αυτό το οποίο παρατηρείται, κοιτάζεται, το [[θέαμα]], σε Δημ., κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> [[αρχή]] που παράγεται ύστερα από [[σκέψη]], κανόνας, Λατ. [[praeceptum]]· στα Μαθηματικά, το [[θεώρημα]], σε Ευκλ.
}}
}}