καθαιρέτης: Difference between revisions

5
(18)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[καθαιρέτης]], ὁ, θηλ. καθαιρέτις, -ιδος (AM) [[καθαιρώ]]<br />[[ανατροπέας]], αυτός που καθαιρεί, που καταλύει, που κατατροπώνει («[[καθαιρέτης]] πολεμίων», <b>Θουκ.</b>).
|mltxt=[[καθαιρέτης]], ὁ, θηλ. καθαιρέτις, -ιδος (AM) [[καθαιρώ]]<br />[[ανατροπέας]], αυτός που καθαιρεί, που καταλύει, που κατατροπώνει («[[καθαιρέτης]] πολεμίων», <b>Θουκ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''καθαιρέτης:''' -ου, ὁ, αυτός που καταλύει, καταρρίπτει, ανατρέπει, σε Θουκ.
}}
}}