3,276,318
edits
(20) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και [[σκλήθρα]] και κλέθρα, η, και [[σκλήθρος]], ο (Α [[κλήθρα]] και ιων. τ. κλήθρη)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>βοτ.</b> το [[φυτό]] [[σκλήθρο]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[ονομασία]] του γένους άλνος («κλήθρη τ' αἴγειρός τε καὶ [[εὐώδης]] [[κυπάρισσος]]», <b>Ομ. Οδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. συνδέεται πιθ. με νέο άνω γερμ. (διαλεκτ. τ.) <i>lutter</i>, <i>ludere</i>, <i>ludern</i> «[[κλήθρα]] τών Άλπεων» και προέρχεται από τον ΙΕ τ. <i>kl</i><i>ā</i><i>dhr</i><i>ā</i> «[[κλήθρα]]»]. | |mltxt=και [[σκλήθρα]] και κλέθρα, η, και [[σκλήθρος]], ο (Α [[κλήθρα]] και ιων. τ. κλήθρη)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>βοτ.</b> το [[φυτό]] [[σκλήθρο]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[ονομασία]] του γένους άλνος («κλήθρη τ' αἴγειρός τε καὶ [[εὐώδης]] [[κυπάρισσος]]», <b>Ομ. Οδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. συνδέεται πιθ. με νέο άνω γερμ. (διαλεκτ. τ.) <i>lutter</i>, <i>ludere</i>, <i>ludern</i> «[[κλήθρα]] τών Άλπεων» και προέρχεται από τον ΙΕ τ. <i>kl</i><i>ā</i><i>dhr</i><i>ā</i> «[[κλήθρα]]»]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''κλήθρα:''' Ιων. -ρη, <i>ἡ</i>, είδος θάμνου από τον οποίο πήρε το όνομά της [[σήμερα]] η [[σκλήθρα]], πιθ. [[alnus]], και αποκαλείται [[ακόμα]] <i>κλέθρα</i>, σε Ομήρ. Οδ. | |||
}} | }} |