κοπτός: Difference between revisions

5
(21)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κοπτός]], -ή, -όν (Α)<br /><b>βλ.</b> [[κοφτός]].
|mltxt=[[κοπτός]], -ή, -όν (Α)<br /><b>βλ.</b> [[κοφτός]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κοπτός:''' -ή, -όν, κομμένος σε μικρά κομμάτια, τεμαχισμένος· [[κοπτή]], <i>ἡ</i>, πλακούντας από κοπανισμένο [[σουσάμι]], σε Ανθ.
}}
}}