μητρυιά: Difference between revisions

5
(25)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μητρυιά]], ἡ (ΑΜ)<br /><b>βλ.</b> [[μητριά]].
|mltxt=[[μητρυιά]], ἡ (ΑΜ)<br /><b>βλ.</b> [[μητριά]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''μητρυιά:''' Δωρ. μᾱτρ-, <i>-ᾶς</i>, Ιων. [[μητρυιή]], -ῆς, ἡ, [[μητριά]], σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.· η [[σκληρότητα]] των μητριών ήταν [[παροιμιώδης]] (πρβλ. Λατ. injusta [[noverca]]), από όπου, μεταφ., μητρυιὰ [[νεῶν]], λέγεται για επικίνδυνη [[ακτή]], σε Αισχύλ.
}}
}}