λιτραῖος: Difference between revisions

5
(23)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=λιτραῑος, -αία, -ον (Α) [[λίτρα]]·1. αυτός που ζυγίζει ή αξίζει μία [[λίτρα]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει [[χωρητικότητα]] μιας λίτρας.
|mltxt=λιτραῑος, -αία, -ον (Α) [[λίτρα]]·1. αυτός που ζυγίζει ή αξίζει μία [[λίτρα]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει [[χωρητικότητα]] μιας λίτρας.
}}
{{lsm
|lsmtext='''λῑτραῖος:''' -α, -ον, αυτός που ζυγίζει ή αξίζει όσο μια [[λίτρα]], σε Ανθ.
}}
}}