παννύχιος: Difference between revisions

5
(30)
(5)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ίη, -ον, Α θηλ. και -ος, ΜΑ<br />αυτός που διαρκεί όλη τη [[νύχτα]] ή που γίνεται καθ' όλη τη [[διάρκεια]] της νύχτας («ἔπεστι αὐτὸ τὸ [[ἐλλύχνιον]], καὶ τοῡτο καίεται παννύχιον», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>το ουδ. ως επίρρ.</b>) <i>παννύχιον</i><br />καθ' όλη τη [[διάρκεια]] της νύχτας («οὐ χρὴ Παννύχιον, εὕδειν βουληφόρον ἄνδρα», <b>Ομ. Ιλ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[παννυχίως]] Α<br />καθ' όλη τη [[νύχτα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[νύχιος]] «[[νυκτερινός]]», <b>πρβλ.</b> <i>εν</i>-[[νύχιος]] (<b>βλ.</b> και λ. [[νύχτα]])].
|mltxt=-ίη, -ον, Α θηλ. και -ος, ΜΑ<br />αυτός που διαρκεί όλη τη [[νύχτα]] ή που γίνεται καθ' όλη τη [[διάρκεια]] της νύχτας («ἔπεστι αὐτὸ τὸ [[ἐλλύχνιον]], καὶ τοῡτο καίεται παννύχιον», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>το ουδ. ως επίρρ.</b>) <i>παννύχιον</i><br />καθ' όλη τη [[διάρκεια]] της νύχτας («οὐ χρὴ Παννύχιον, εὕδειν βουληφόρον ἄνδρα», <b>Ομ. Ιλ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[παννυχίως]] Α<br />καθ' όλη τη [[νύχτα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[νύχιος]] «[[νυκτερινός]]», <b>πρβλ.</b> <i>εν</i>-[[νύχιος]] (<b>βλ.</b> και λ. [[νύχτα]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''παννύχιος:''' [ῠ], -η, -ον και -ος, -ον, αυτός που διαρκεί όλη τη [[νύχτα]], <i>εὖδον παννύχιοι</i>, σε Ομήρ. Ιλ.· <i>παννύχιοι χοροί</i>, σε Σοφ.· τὸ [[ἐλλύχνιον]] καίεται παννύχιον, σε Ηρόδ.· ουδ. ως επίρρ., σε Ομήρ. Ιλ.
}}
}}