περικρατής: Difference between revisions

5
(32)
(5)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές, Α·1. [[συνεκτικός]] («περικρατεῑς [[γαμφηλαί]]», Σιμμ.)<br /><b>2.</b> αυτός που έχει απόλυτη [[εξουσία]] σε κάποιον, [[κυρίαρχος]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>περικρατῶς</i> Α<br />με περικρατή τρόπο, με απόλυτη [[εξουσία]] σε κάποιον ή, κατ' άλλους, με [[εγκράτεια]], με [[σύνεση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>κρατής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κράτος]]), <b>πρβλ.</b> <i>εγ</i>-<i>κρατής</i>].
|mltxt=-ές, Α·1. [[συνεκτικός]] («περικρατεῑς [[γαμφηλαί]]», Σιμμ.)<br /><b>2.</b> αυτός που έχει απόλυτη [[εξουσία]] σε κάποιον, [[κυρίαρχος]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>περικρατῶς</i> Α<br />με περικρατή τρόπο, με απόλυτη [[εξουσία]] σε κάποιον ή, κατ' άλλους, με [[εγκράτεια]], με [[σύνεση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>κρατής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κράτος]]), <b>πρβλ.</b> <i>εγ</i>-<i>κρατής</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''περικρᾰτής:''' -ές ([[κράτος]]), αυτός που έχει πλήρη [[εξουσία]] πάνω σε [[κάτι]], με γεν., σε Καινή Διαθήκη
}}
}}