περονάω: Difference between revisions

6
(eksahir)
(6)
Line 24: Line 24:
{{eles
{{eles
|esgtx=[[atravesar]]
|esgtx=[[atravesar]]
}}
{{lsm
|lsmtext='''περονάω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>· Επικ. αόρ. αʹ <i>περόνησα</i>· [[τρυπώ]], [[διαπερνώ]], σε Ομήρ. Ιλ. — Μέσ., <i>χλαῖναν περονήσασθαι</i>, [[πιάνω]] με την [[πόρπη]] το [[μανδύα]] κάποιου, στο ίδ.
}}
}}