πρίν: Difference between revisions

3,704 bytes added ,  31 December 2018
6
(34)
(6)
Line 33: Line 33:
{{grml
{{grml
|mltxt=ΝΜΑ, πρι Ν, δωρ. τ. [[πράν]] και, μόνον μία [[φορά]], πρείν Α<br /><b>1.</b> (ως επίρρ. με χρον. σημ.) α) σε προγενέστερο χρόνο, σε χρόνο προηγούμενο ορισμένου γεγονότος ή περιστατικού, το οποίο [[είτε]] συνέβη [[είτε]] πρόκειται να συμβεί, [[προηγουμένως]], πρωτύτερα (α. «δεν σέ άκουσα τί είπες [[πριν]]» β. «ὅ [ενν. [[ναυτικό]]] οὐκ ὑπήρχε [[πρίν]]», <b>Θουκ.</b><br />γ. «[[πρίν]] μιν καὶ [[γῆρας]] ἔπεισιν», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br />β) [[άλλοτε]], στο [[παρελθόν]] (α. «τέτοια πράγματα δεν γίνονταν [[πριν]]» β. «πρὶν μὲν πόσιν ἐσθλὸν ἀπώλεσα», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br />γ) (με άρθρ. και σε όλα τα γένη, τους αριθμούς και τις πτώσεις, [[κυρίως]] δε στην αρχαία, όπου [[συχνά]] εννοούνται οι μτχ. <i>ὤν</i> και <i>γενόμενος</i>) <i>ο</i>, <i>η</i>, <i>το [[πριν]]<br />ο προηγούμενος, ο [[προγενέστερος]] (α. «μην σκέπτεσαι τα [[πριν]]» — μη σκέπτεσαι όσα έγιναν στο [[παρελθόν]]<br />β. «ἐν τῷ πρὶν χρόνῳ», Φιλ.<br />γ. «ἐν τοῑς πρὶν λόγοις», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>2.</b> (ως σύνδ., όταν στην αρχαία πολλές φορές στην κύρια [[πρόταση]] απαντούν τα ισοδύναμα <i>πρότερον</i>, [[πρόσθεν]], [[πάρος]] κ.λπ. με [[άρνηση]]) [[προτού]] (α. «[[πριν]] να φύγω, θα έρθω να σέ χαιρετήσω» β. «τών φρονίμων τα [[παιδιά]] [[πριν]] πεινάσουν μαγειρεύουν», παροιμ. φρ.<br />γ. «ἀνοίγειν μὲν ἀπαγορεύει μὴ πρότερον, πρὶν ἂν [[ἥλιος]] ἀνίσχη», Αισχίν.<br />δ. «καὶ οὐ πρότερον ἀπηλλάγη, πρὶν ἀποδρὰς ᾤχετο τετάρτῳ μηνὶ», Ανδ.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (με σημ. προθέσεως) [[μπροστά]], προ (α. «κάθεται [[πριν]] από μένα» β. «πέθανε [[πριν]] της ώρας του» — πέθανε πρόωρα<br />γ. «[[πριν]] του πολέμου»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «από τα [[πριν]]»<br />(με επιρρμ. σημ.) εκ τών προτέρων<br /><b>αρχ.</b><br />ΣΥΝΤΑΞΗ (ως σύνδ.): α) ([[κυρίως]] στον Όμ.) με απαρμφ. [[μετά]] από καταφατικές [[αλλά]] και [[μετά]] από αρνητικές προτάσεις, ενώ στους Αττικούς συγγραφείς [[συχνά]] [[μετά]] από καταφατικές προτάσεις και [[πάντοτε]] στην [[περίπτωση]] που η [[ενέργεια]] δεν γίνεται ή δεν πρόκειται να γίνει, ο δε [[χρόνος]] ο [[οποίος]] ακολουθεί [[είναι]] συν. ο αόρ. (α. «ναῑε δὲ Πήδαιον [[πριν]] ἐλθεῑν υἷας Ἀγαιῶν», <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β. «[[ἐπειδάν]] μάθωσιν ἢ πρὶν μαθεῑν», <b>Πλάτ.</b>)<br />β) με παρεμφατικές εγκλίσεις [δηλ. οριστική, [[υποτακτική]], ευκτική] (α. «ἠγόμην δ' ἀνὴρ ἀστῶν [[μέγιστος]]..., [[πρίν]] μοι [[τύχη]] τοιάδ', ἐπέστη», <b>Σοφ.</b><br />β. «δεῑται αὐτοῡ μὴ [[πρόσθεν]] καταλῡσαι... πρὶν ἂν αὐτῷ συμβουλεύσηται», <b>Ξεν.</b><br />γ. «μὴ [[πρόσθεν]] παύσεσθαι, πρὶν αὐτοὺς καταγάγοι [[οἴκαδε]]», <b>Ξεν.</b>)<br />γ) πολλές φορές [[χωρίς]] [[ρήμα]], [[οπότε]] εννοείται το ρ. <i>ἐστί</i> («οὐδὲ τί σε χρή, πρὶν ὤρη, καταλέχθαι» <b>Ομ. Οδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το επίρρ. [[πρίν]], με επιρρμ. κατάλ. -<i>ν</i> (<b>πρβλ.</b> <i>νῦ</i>-<i>ν</i>, [[πάλι]]-<i>ν</i>), ανάγεται στη [[ρίζα]] τών προθέσεων <i>πρό</i>, [[παρά]], [[περί]] κ.λπ. Προβλήματα, [[ωστόσο]], γεννά το [[φωνήεν]] -<i>ῐ</i>- του τ., το οποίο μπορεί να παραβληθεί με το -<i>ι</i>- του λατ. <i>prĭor</i>. Μαρτυρείται, [[ωστόσο]], και τ. με φωνηεντισμό -<i>ei</i>- στο γορτυνιακό <i>πρείν</i> (<b>πρβλ.</b> αρχ. πρωσ. <i>prei</i>) [[καθώς]] και τ. με -<i>ῑ</i>- στο ομηρ. <i>πρῑν</i>, του οποίου, όμως, το -<i>ι</i>- [[είναι]] πιθανό να προέρχεται από ιωτακιστική γρφ. του -<i>ει</i>-].
|mltxt=ΝΜΑ, πρι Ν, δωρ. τ. [[πράν]] και, μόνον μία [[φορά]], πρείν Α<br /><b>1.</b> (ως επίρρ. με χρον. σημ.) α) σε προγενέστερο χρόνο, σε χρόνο προηγούμενο ορισμένου γεγονότος ή περιστατικού, το οποίο [[είτε]] συνέβη [[είτε]] πρόκειται να συμβεί, [[προηγουμένως]], πρωτύτερα (α. «δεν σέ άκουσα τί είπες [[πριν]]» β. «ὅ [ενν. [[ναυτικό]]] οὐκ ὑπήρχε [[πρίν]]», <b>Θουκ.</b><br />γ. «[[πρίν]] μιν καὶ [[γῆρας]] ἔπεισιν», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br />β) [[άλλοτε]], στο [[παρελθόν]] (α. «τέτοια πράγματα δεν γίνονταν [[πριν]]» β. «πρὶν μὲν πόσιν ἐσθλὸν ἀπώλεσα», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br />γ) (με άρθρ. και σε όλα τα γένη, τους αριθμούς και τις πτώσεις, [[κυρίως]] δε στην αρχαία, όπου [[συχνά]] εννοούνται οι μτχ. <i>ὤν</i> και <i>γενόμενος</i>) <i>ο</i>, <i>η</i>, <i>το [[πριν]]<br />ο προηγούμενος, ο [[προγενέστερος]] (α. «μην σκέπτεσαι τα [[πριν]]» — μη σκέπτεσαι όσα έγιναν στο [[παρελθόν]]<br />β. «ἐν τῷ πρὶν χρόνῳ», Φιλ.<br />γ. «ἐν τοῑς πρὶν λόγοις», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>2.</b> (ως σύνδ., όταν στην αρχαία πολλές φορές στην κύρια [[πρόταση]] απαντούν τα ισοδύναμα <i>πρότερον</i>, [[πρόσθεν]], [[πάρος]] κ.λπ. με [[άρνηση]]) [[προτού]] (α. «[[πριν]] να φύγω, θα έρθω να σέ χαιρετήσω» β. «τών φρονίμων τα [[παιδιά]] [[πριν]] πεινάσουν μαγειρεύουν», παροιμ. φρ.<br />γ. «ἀνοίγειν μὲν ἀπαγορεύει μὴ πρότερον, πρὶν ἂν [[ἥλιος]] ἀνίσχη», Αισχίν.<br />δ. «καὶ οὐ πρότερον ἀπηλλάγη, πρὶν ἀποδρὰς ᾤχετο τετάρτῳ μηνὶ», Ανδ.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (με σημ. προθέσεως) [[μπροστά]], προ (α. «κάθεται [[πριν]] από μένα» β. «πέθανε [[πριν]] της ώρας του» — πέθανε πρόωρα<br />γ. «[[πριν]] του πολέμου»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «από τα [[πριν]]»<br />(με επιρρμ. σημ.) εκ τών προτέρων<br /><b>αρχ.</b><br />ΣΥΝΤΑΞΗ (ως σύνδ.): α) ([[κυρίως]] στον Όμ.) με απαρμφ. [[μετά]] από καταφατικές [[αλλά]] και [[μετά]] από αρνητικές προτάσεις, ενώ στους Αττικούς συγγραφείς [[συχνά]] [[μετά]] από καταφατικές προτάσεις και [[πάντοτε]] στην [[περίπτωση]] που η [[ενέργεια]] δεν γίνεται ή δεν πρόκειται να γίνει, ο δε [[χρόνος]] ο [[οποίος]] ακολουθεί [[είναι]] συν. ο αόρ. (α. «ναῑε δὲ Πήδαιον [[πριν]] ἐλθεῑν υἷας Ἀγαιῶν», <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β. «[[ἐπειδάν]] μάθωσιν ἢ πρὶν μαθεῑν», <b>Πλάτ.</b>)<br />β) με παρεμφατικές εγκλίσεις [δηλ. οριστική, [[υποτακτική]], ευκτική] (α. «ἠγόμην δ' ἀνὴρ ἀστῶν [[μέγιστος]]..., [[πρίν]] μοι [[τύχη]] τοιάδ', ἐπέστη», <b>Σοφ.</b><br />β. «δεῑται αὐτοῡ μὴ [[πρόσθεν]] καταλῡσαι... πρὶν ἂν αὐτῷ συμβουλεύσηται», <b>Ξεν.</b><br />γ. «μὴ [[πρόσθεν]] παύσεσθαι, πρὶν αὐτοὺς καταγάγοι [[οἴκαδε]]», <b>Ξεν.</b>)<br />γ) πολλές φορές [[χωρίς]] [[ρήμα]], [[οπότε]] εννοείται το ρ. <i>ἐστί</i> («οὐδὲ τί σε χρή, πρὶν ὤρη, καταλέχθαι» <b>Ομ. Οδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το επίρρ. [[πρίν]], με επιρρμ. κατάλ. -<i>ν</i> (<b>πρβλ.</b> <i>νῦ</i>-<i>ν</i>, [[πάλι]]-<i>ν</i>), ανάγεται στη [[ρίζα]] τών προθέσεων <i>πρό</i>, [[παρά]], [[περί]] κ.λπ. Προβλήματα, [[ωστόσο]], γεννά το [[φωνήεν]] -<i>ῐ</i>- του τ., το οποίο μπορεί να παραβληθεί με το -<i>ι</i>- του λατ. <i>prĭor</i>. Μαρτυρείται, [[ωστόσο]], και τ. με φωνηεντισμό -<i>ei</i>- στο γορτυνιακό <i>πρείν</i> (<b>πρβλ.</b> αρχ. πρωσ. <i>prei</i>) [[καθώς]] και τ. με -<i>ῑ</i>- στο ομηρ. <i>πρῑν</i>, του οποίου, όμως, το -<i>ι</i>- [[είναι]] πιθανό να προέρχεται από ιωτακιστική γρφ. του -<i>ει</i>-].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πρίν:''' [ῐ], επίρρ., σχηματισμένο με τη συγκρ. ισχύ της πρόθ. [[πρό]].<br /><b class="num">Α.</b> επίρρ. [[χρονικό]], [[πριν]].<br /><b class="num">I.</b> λέγεται για μελλοντικό χρόνο, [[πριν]] από αυτήν τη [[στιγμή]], [[νωρίτερα]], με οριστ. μέλ. ή υποτ. = μέλ., σε Όμηρ.· με ευκτ. και <i>κεν</i>, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για παρελθοντικό χρόνο, παλαιότερα, πρωτύτερα, [[κάποτε]], [[νωρίτερα]], σε Όμηρ.· ομοίως, με [[άρθρο]], τὸ [[πρίν]] γε..., [[νῦν]] δέ..., [[νῦν]] δέ... τὸ [[πρίν]] γε, σε Ομήρ. Ιλ.· με [[άρθρο]] η μτχ. <i>ὤν</i> πραλείπεται· <i>τὰ πρὶν πελώρια</i> (ενν. [[ὄντα]]), οι γίγαντες του παρελθόντος, σε Αισχύλ.· <i>ἐντῷ πρὶν χρόνῳ</i>, σε Σοφ.· <i>ἐν τοῖς πρὶν λόγοις</i>, σε Θουκ. <b>Β.</b> <i>πρὶν ἤ</i>,<br /><b class="num">I.</b> ως σύνδ., [[πριν]] απ' αυτό, [[πριν]], [[προηγουμένως]], Λατ. [[priusquam]], σε Όμηρ.· [[αλλά]] το <i>ἤ</i> [[συχνά]] παραλείπεται, έτσι ώστε το [[πρίν]] γίνεται σύνδ.· η κύρια [[πρόταση]] έχει επίσης το [[πρίν]] (ή [[πρότερον]], [[πρόσθεν]], [[πάρος]]), έτσι που ο [[σύνδεσμος]] [[πρίν]] συγχέεται με το επίρρ. [[πρίν]], [[ιδίως]] [[μετά]] από [[άρνηση]]· με απαρ., <i>ναῖε δὲ Πήδαιον</i>, πρὶν [[ἐλθεῖν]] υἷας Ἀχαιῶν, σε Ομήρ. Ιλ.· <i>οὐδὲ παύσεται χόλου</i>, <i>πρὶν κατασκῆψαί τινα</i>, σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> με [[ρήμα]] σε παρεμφατικό τύπο:<br /><b class="num">1.</b> με οριστ., σ' αυτήν την [[περίπτωση]] ο Όμηρ. χρησιμ. το [[πρίν]] γ' [[ὅτε]] δὴ [[Ζεὺς]] [[κῦδος]] Ἕκτορι δῶκε, σε Ομήρ. Ιλ.· ομοίως, οὐκ ἦν ἀλέξημ' [[οὐδέν]], [[πρίν]] γ' ἐγὼ [[σφίσιν]] [[ἔδειξα]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> με υποτ. μόνο [[μετά]] από αποφατικές ή ισοδύν. προτάσεις, <i>οὐ καταδυσόμεθ'</i>, πρὶν μόρσιμον [[ἦμαρ]] ἐπέλθῃ, δεν θα καταποντιστούμε, δεν θα κατανικηθούμε, [[προτού]] να έρθει η [[μέρα]] του θανάτου, σε Ομήρ. Οδ.· σε Αττ., <i>πρὶν ἄν</i> είναι [[τύπος]] [[ομαλός]], [[οὐδέν]] ἐστι [[τέρμα]] μοι μόχθων, πρὶν ἂν [[Ζεὺς]] ἐκπέσῃ τυραννίδος, σε Αισχύλ.· [[αλλά]], το <i>ἄν</i> μερικές φορές παραλείπεται, <i>μὴ στέναζε</i>, <i>πρὶν μάθῃς</i>, σε Σοφ.· [[πάντοτε]] με <i>πρὶν ἤ</i>, <i>πρὶν ἢ ἀνορθώσωσι</i>, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">3.</b> με ευκτ. [[έπειτα]] από ιστορικούς χρόνους, <i>οὐκ ἔθελεν φεύγειν πρὶν πειρήσαιτ' Ἀχιλῆος</i>, σε Ομήρ. Ιλ.· <i>ἔδοξέ μοι μὴ ποιεῖσθαι</i>, <i>πρὶν φράσαιμί σοι</i>, σε Σοφ.
}}
}}