πολύφιλος: Difference between revisions

6
(33)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[πολύφιλος]], -ον, ΝΑ<br />πολύ [[αγαπητός]], αυτός που έχει πολλούς φίλους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[φίλος]] (<b>πρβλ.</b> <i>ά</i>-<i>φιλος</i>)].
|mltxt=-η, -ο / [[πολύφιλος]], -ον, ΝΑ<br />πολύ [[αγαπητός]], αυτός που έχει πολλούς φίλους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[φίλος]] (<b>πρβλ.</b> <i>ά</i>-<i>φιλος</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πολύφῐλος:''' -ον, [[αγαπητός]] στους πολλούς, σε Πίνδ.
}}
}}