σάμβαλον: Difference between revisions

6
(36)
(6)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=τὸ, Α<br />(<b>αιολ. τ.</b>) <b>βλ.</b> [[σάνδαλον]].
|mltxt=τὸ, Α<br />(<b>αιολ. τ.</b>) <b>βλ.</b> [[σάνδαλον]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''σάμβᾰλον:''' τό, Αιολ. αντί [[σάνδαλον]], [[σανδάλι]], πέδιλο, σε Ανθ.
}}
}}